Και τα μάτια της έσταζαν δάκρυα
Εγκαρτέρηση και πίκρα.
Αλλιώς περίμενε να ζήσει τη ζωή της
Άλλα της έτυχαν.
Όταν ήτανε νέα ήταν όμορφη και πλούσια πολύ
Ο δρόμος της έμοιαζε στρωμένος μ’ αστέρια
Μα οι μοίρες είχαν άλλα σχέδια γι’ αυτήν.
Έτσι τη μία μετά την άλλη της τις πήραν όλες
Τις χαρές της.
Μέχρι που κάποια μέρα ξέμεινε σχεδόν μόνη
Σε μια ξένη χώρα.
Τρεις φορές πρόσφυγας
Δυο στη γη και μια στην αγάπη
Τρεις φορές χαμένη.
Τα σκυλιά της
Μονάχα αυτά μπορούσαν πια να της χαρίσουν ένα χαμόγελο
Να κάνουν την καρδιά να ξαλαφρώσει για λίγο.
Αλλά κι εκείνα της πέθαναν.
Και τώρα πια ένιωθε ότι δεν είχε τίποτα να χάσει.
Γι’ αυτό αφέθηκε
Στα χέρια της μοίρας και του χρόνου.
Άφησε το σώμα της να μαρανθεί
Της ψυχής της τη φλογα να τρεμοσβήσει.
Έφυγε μια μέρα του Σεπτέμβρη υγρή
Και λυπημένη πολύ
Ωστόσο, η εικόνα της απ’ τις μνήμες των ανθρώπων
Που άγγιξε δε θα χαθεί ποτέ.
Καλό ταξίδι στην απέναντι όχθη…