Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

Για τα μάτια της μόνο

Τα φώτα άλλοτε χαμηλά κι άλλοτε εκτυφλωτικά, η μουσική τη μια στιγμή απαλή την άλλη δυνατή, εκκωφαντική, ο χορός, οι φιγούρες, οι κινήσεις οι νωχελικές και άγριες, τα πεινασμένα κορμιά και οι ξελιγωμένες αισθήσεις.
Κάθεται σ’ ένα ξύλινο σκαμπό, μπροστά από ένα ψηλό τραπέζι και πίνει σιγά-σιγά κάποιο κοκτέιλ στο χρώμα του καρπουζιού. Δείχνει σκληρή και λυπημένη. Λες και δε θέλει να είναι εκεί, λες και δεν έχει άλλη επιλογή από το να είναι εκεί. Τα μαλλιά της πλούσια ξανθιά, είναι πιασμένα σε μια μακριά κοτσίδα, σα να θέλει μ’ αυτό τον τρόπο να δείξει ότι δε δίνει μία γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω της. «Ήρθα εδώ να πιω, να δω και να φύγω», μοιάζει να υποδεικνύει η στάση της.
Να δει. Αυτό ακριβώς κάνει. Βλέπει. Τίποτ’ άλλο. Ακόμη και στον συνοδό της δε μοιάζει να δίνει καμία σημασία. Εκείνος πού και πού σκύβει στ’ αυτί της, της λέει κάτι, αλλά εκείνη καθόλου δεν αντιδρά. Απλά με τα δυο τεράστια πράσινά της μάτια, κοιτάει ανέκφραστα μπροστά. Κάθε τόσο οι βλεφαρίδες πεταρίζουν, μια σκιά χαράς περνάει βιαστικά απ’ το βλέμμα της προτού την κάνει γι’ αλλού.
Παράξενη που είναι η ζωή! Τόσο παράξενη. Να, είναι όμορφη, είναι ξύπνια, είναι πλούσια, θα μπορούσε να έχει όποιο άντρα της έκανε κέφι, αλλά… Αλλά, τους βαρέθηκε όλους. Όλοι οι ίδιοι της φαίνονται, ο ένας αντίγραφο του άλλου. Κανένας δεν της προκαλεί πια το ενδιαφέρον, κανείς δεν μπορεί να της προκαλέσει την έκπληξη. Προβλέψιμοι και βαρετοί. Όπως και τούτος δω που κάθεται δίπλα της και κορδώνεται σαν κοκόρι επιδεικνύοντας τα μπράτσα του. Όλο σκύβει και της ψιθυρίζει στ’ αυτί λόγια γλυκά και χιλιοειπωμένα, της κάνει κομπλιμέντα αβέρτα μήπως και την καταφέρει. Πού να ’ξερε!
Δεν πίνει όπως παλιά και τώρα νιώθει ότι θέλει να πεθάνει από την πλήξη. Να σηκωθεί άραγε να φύγει και να πάει κάπου αλλού; Μα όχι, την προσκάλεσε στα γενέθλιά της η καλύτερή της φίλη, δεν μπορεί να της κάνει χαλάστρα, την αγαπάει. Θα υπομείνει λοιπόν. Θα υπομείνει μέχρι…
Ξάφνου χαμογελά. Κοιτάει μια κίνηση στην πίστα και χαμογελά πλατιά. Η προσοχή της όλη στρέφεται εκεί. Αφήνει τον ηλίθιο δίπλα της να λέει τα δικά του, κι αυτή χάνεται στους ρυθμούς ενός κορμιού, που ακολουθώντας λες όχι τον ήχο, αλλά την ηχώ της μουσικής στροβιλίζεται στου χώρου το αποπνικτικό κενό. «Φανταστικό», σκέφτεται, «φανταστικό. Δε δίνει μία. Θέλει απλά να χορεύει και τίποτ’ άλλο». Και τίποτ’ άλλο; Όχι ακριβώς. Η αλήθεια είναι ότι χορεύει για κείνην, για τα μάτια της μόνο. Την πρόσεξε από την πρώτη στιγμή. Είδε το φευγάτο της βλέμμα, την αφηρημάδα και τη σκληρότητα που ανέδιδε όλο της σώμα, την ανάγκη της για κάτι το διαφορετικό. Πώς να την πλησιάσει όμως; Πώς; Ο τύπος δίπλα της δεν έμοιαζε από εκείνους που σήκωναν κουβέντα από κανένα, έδειχνε να τη θεωρεί τρόπαιό του. Αν και μάλλον δεν ήτανε μαζί της, απλά έτυχε να κάθεται δίπλα της. Τότε σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να κάνει εκείνο που κάνει καλύτερα από καθετί άλλο, να χορέψει, κι αν η τύχη έβαζε λίγο το χεράκι της…
Το έβαλε το χεράκι της η τύχη, οι κινήσεις τράβηξαν τη ματιά, τα βλέμματα σε κάποια ανύποπτη στιγμή συναντήθηκαν και τα είπαν όλα ή σχεδόν όλα. Τα υπόλοιπα τα είπαν οι ανάμεσά τους σιωπές. Ο κόσμος, οι καπνοί, οι μουσικές και οι φωνές, όλα έσβησαν. Δυο ζευγάρια μάτια γέμιζαν πια το χώρο, σε αποχρώσεις πράσινες και μελένιες.
Σηκώθηκε απότομα απ’ τη θέση της, είπε κάτι στ’ αυτί της φίλης της, αποχαιρέτισε τον επίδοξο εραστή και κατευθύνθηκε προς την έξοδο. Περνώντας σιγά-σιγά ανάμεσα στο πλήθος που χόρευε, πέρασε δίπλα από το αντικείμενο του πόθου της για να του ψιθυρίσει «έλα», προτού χαθούν τα βήματά της πίσω από τα ιδρωμένα κορμιά των νέων, που έκρυβαν τη θέα προς την έξοδο. Δεν πρόλαβε καλά-καλά να πατήσει το πόδι της έξω, στο φρέσκο και δροσερό αέρα της ολόφωτης εκείνης καλοκαιρινής νύχτας, όταν ένιωσε ένα χέρι να την αγγίζει απαλά στον ώμο. Γύρισε. Κοίταξε βαθιά στα μάτια που είχε αντίκρυ της ψάχνοντας την απάντηση σ’ ένα ερώτημα που ποτέ δεν έθεσε.
«Σε θέλω!» είπε.
«Πάμε», απάντησε εκείνη, της έπιασε το χέρι απαλά και πήραν να περπατάνε σιγαλά μαζί στα μονοπάτια της επερχόμενης αυγής.


Η εικόνα κλεμμένη από εδώ

15 σχόλια:

Ήχος Πλάγιος. Μόνος... είπε...

Παράξενο ή αναμενόμενο άραγε που μας έχει κουράσει η «απλοχεριά» των λέξεων και ταχύτητα των πράξεων;

Κι ίσως πάλι λίγο μετά στην ίδια μελαγχολία ή αν το θέλεις – για την δυναμική των λέξεων – στην ίδια κατάθλιψη θα πέσει, της στιγμής ή και του λίγο ακόμα.

Σκέφτουμαι για μια στιγμή να μην τρέξω, με βήματα αργά να φθάσω ως εκεί που σημείωσε η καρδιά στον χάρτη της για προορισμό…

AlexMil είπε...

Η επιθυμία είναι απλή, μερικές όμως φορές γίνεται πολύπλοκη. Οπως σε όλα η επανάληψη είναι βσρετή, δυστυχώς, ότι και να είναι όπως και να είναι. Η ηρωίδα μας "πάσχει" απ' αυτό: έχει βαρεθεί. Βέβαια ο χορευτής είναι το καινούργιο, αλλά αν ο επόμενος είναι και πάλι χορευτής;

Δυνατή διήγηση, εξαιρετική η εικόνα της περιγραφής των συναισθημάτων της ηρωίδας.

τα ξαναλέμε

logia είπε...

εγώ γιατί κατάλαβα πως τα μάτια που τη μαγνήτισαν ανήκαν σε μια άλλη γυναίκα; όπως και νά 'χει, τα μάτια που μαγνητίζουν δεν μας αφήνουν σε ησυχία και αν βαριόταν, τότε τίποτα σωστό δεν είχε πλάι της

όμορφο κείμενο Λάκη
δίνεις πολύ όμορφα ό,τι χαρακτηρίζει σήμερα τις ανθρώπινες σχέσεις: το ανικανοποίητο

Ανώνυμος είπε...

πολύ ποιητικό μου άρεσε

Meropi είπε...

Ωραίο!
Και σε αφήνει με μια απορία. Άντρας ή Γυναίκα ήταν τελικά το αντικείμενο του πόθου?

ΝΑΪΑΔΑ είπε...

δεν ξερω...
αν οντως ηταν τοσο σκληρη και τοσο ειχε βαρεθει πια τα ιδια και τα ιδια τοτε δεν θα επεφτε τοσο ευκολα...
ισως παλι κατι να της κινησε το ενδιαφερον...αυτο το κατι που διαφερει στον καθενα που αποζητα εκεινο που μονο αυτος ξερει...

νεραιδενια φιλακια Λακη μου!!!

Νάσια είπε...

@Ναϊαδα: Συνήθως οι πιο "σκληροί" είναι κι οι πιο ευάλωτοι, οι πιο εύθραυστοι. Απεγνωσμένα γυρεύουν αυτό το κάτι για να πιαστούν κι αφήνονται, χαρίζονται. Συνήθως, όμως, δεν αντέχουν αυτό τους το παράδομα κι αποχωρούν "σκληροί" και πάλι.

Ωραίο κείμενο!

Artanis είπε...

Εγώ θα το πάρω από τη ρομαντική πλευρά, και δεν θα κρίνω αντιδράσεις ούτε θα βάλω με το μυαλό μου αιτίες...Είναι πανέμορφο το κείμενο και μου αρεσει που το αφήνεις να αιωρείται το τυχαίο και το αναγκαίο της συνάντησης...Όπως και την κατάληξη των δυο...
Καλημέρα από ΝΖ, καλώς σε βρήκα...

Eva Neocleous είπε...

Αφήγημα με ποιητικές προεκτάσεις.Λυρισμός και ρεαλισμός συμπορεύονται και ταυτόχρονα αναδεικνύεται μέσα απ΄αυτό η γυναίκα, σύμβολο αναζήτησης, κυρίαρχη μορφή στο χώρο.
Πολύ όμορφο κείμενο...

Μαρια Νικολαου είπε...

Σε θέλω,
Πάμε...

Τι ωραιότερο απο αυτό.

Ανώνυμος είπε...

Πόση δύναμη κρύβει αυτό το ¨Σε θέλω"....
λυρικό και απρόσμενο κείμενο

Καλημέρα Λάκη μου

Ανώνυμος είπε...

Τι ζητάει η ψυχή μας, μόνο εμείς το ξέρουμε. Κι εσύ το περιέγραψες πολύ όμορφα εδώ, για λογαριασμό της ηρωίδας σου. Τα "θέλω" πάντα κάπου μας οδηγούν. Κι αν αλλάξουν, δεν θα φταίει κανείς. Συμβαίνει στη ζωή κι αυτό.. Καλημέρα Λάκη.

Unknown είπε...

το "θέλω" όταν συνοδεύεται απ' το "πάμε", τότε παίρνει το νόημα που του αρμόζει...

μα...οι περισσότεροι, στο "θέλω" μένουν...

φιλιά βρόχινα λάκη μου...

N.Ago είπε...

Εξαίσιο!

lakis είπε...

Παιδιά, σας ευχαριστώ και πάλι για τα καλά σας λόγια. Η ιστορία αυτή ουσιαστικά είναι "συντομογραφία". Θα ακολουθήσει η τελική της εκδοχή, ελπίζω σύντομα. Όσο για τα μάτια που τη μαγνήτισαν ναι, ήταν γυναικεία...