με το αγέρι, τα έλατα, με τα μύρια φώτα
κάτω εκεί μακριά της πολιτείας,
με τ’ ογρό της θάλασσας λάμπισμα και με όλες
τις κορφές περίγυρα των βουνών. Σωπαίνει
κουρασμένη η λάλα συντροφιά. Σωπαίνει
σα να περιμένει. Ξαφνικά
«Α!» γεμίσαν τ’ άπληστα στόματα. Προβάλλει
πέρ’ απ’ τα σκοταδερά βάθια ένα φεγγάρι
ρέπιο και πυρό. Τι αργά που κινιέται. Κι’ όπως
τον ουράνιο δρόμο του σιγαλά κερδίζει,
όμοια τη χλωμάδα του ξαναβρίσκει αγάλι.
Χαρωπά κι’ ανίδεα γέλια ξεπετιώνται
κι’ ο καθένας λόγι’ απλά ρίχνει χαιρετώντας.
Άλλοι τ’ ονομάζουνε του Χάρου το δρεπάνι
άλλοι τόξο του Έρωτα. όλ’ άστοχα λόγια.
Κ’ εγώ που άθελα σωπώ, βρίσκω την καρδιά μου
στο πυρό και ρέπιο αυτό μυστικό φεγγάρι.
(Άκαιρο τριαντάφυλλο, κάπου έχει μαδήσει.
Η πληγή του μαρασμού, σα ζωή και χάρος.)
Την καρδιά μου που κι’ αυτή, κάθε που προβάλλει
στης αγάπης τον πλατύν ουρανό πυρώνει
ώσπου σιγαλά ναρθή στο μοιραίο της δρόμο
κ’ ήσυχα την όψη της τη χλωμή να πάρει.
(Εσύ νάσαι στο γιαλό τάχ’ αυτή την ώρα;)
Με τρελλαίνει ξαφνικά μια ιδέα: να πάρω
του καημού απλώνοντας μαγικά τα χέρια,
και να ρίξω στο γυαλό, στα ονειροδεμένα
μάτια σου μπροστά, πυρό το λειψό φεγγάρι.
Να το ιδής τα κύματα να το πανεφέρνουν
να το ιδής πως σιγαλά όσο πάει χλωμιάζει
κι ολοένα πιο πολύ την πληγή του δείχνει,
καθώς φεύγει κ’ έρχεται παίζοντας τη θλίψη,
να ’βλεπα αν θα σου ’φτανε η συλλογή να νιώσης
πως κει κάτω σου ’στειλα την καρδιά μου απόψε.
28 Ιουλίου 1926
3 σχόλια:
Λατρεύω την Πολυδούρη γιατί ήταν μια γυναίκα με πάθος τόλμη και θάρρος, προχωρημένα όλα αυτά για την εποχή της.
Σου αφήνω το αγαπημένο μου ποίημα της.
Ω, μη με βλέπετε που κλαίω!
Δεν έχω θλίψη στην ψυχή μου.
Ό,τι είχα στη ζωή μου ωραίο
χάθηκε κ’ είμαι μοναχή μου.
Είν’ η ζωή μου χωρίς χάρη,
χωρίς χαρά και χωρίς λύπη.
Κι αν τη ματιά δε μου ’χουν πάρει,
ο λογισμός μου πάντα λείπει.
Με τις σκιές μαζί γυρίζω.
Η μοναξιά πλατιά με ζώνει.
Τους τόπους πια δεν τους γνωρίζω.
Νοιώθω πυκνό να πέφτει χιόνι.
Τίποτ’ εδώ δε με πλανεύει.
Τίποτ’ εκεί δε μ’ οδηγάει.
Η σκέψη μου όλο και στενεύει,
ενώ η καρδιά μου όλο λυγάει.
Ω, μη με βλέπετε που κλαίω!
Κάποια παλιά συνήθεια θα ’ναι.
Τα μυστικά μου όλα σας λέω,
τώρα που πια δε με μεθάνε.
Άκαιρο τριαντάφυλλο, κάπου έχει μαδήσει..
KI ENA AΓΑΠΗΜΕΝΟ ΑΠΟ ΜΕΝΑ
ΛΗΣΜΟΝΙΑ
Μ᾿ ἐρωτευμένη τὴν καρδιὰ σὲ γνώρισα ἄγριο Δάσο.
Ἔπινα στὸ ἀεροφίλημα τὴ μυστικὴ εὐωδιά σου.
Πρόσμενα μὲ τὸ ξάστερο σκοτάδι νὰ περάσω,
ὅταν τ᾿ ἀερινὸ στοιχιὸ περνοῦσε στὰ κλαδιά σου.
Σὲ γνώρισα σ᾿ ἐρωτικὲς νύχτες ρυτιδωμένη
θάλασσα σὰν τὸ μέτωπο τῆς συλλογῆς, περνοῦσε
πάνω σου χάδι ἡ σκέψη μου καὶ πάντα ἡ ἀνθισμένη
ἄκρη σου μὲ τὰ εὐωδιαστὰ φύκια μὲ προσκαλοῦσε.
Σᾶς γνώρισαν οἱ ἐρωτικὲς νύχτες μου ὡραῖα λουλούδια,
διάφανα, ἀχνά, πολύχρωμα, σὰ φωτεινὰ σημάδια.
Βαριὰ ἡ δροσιὰ σὰ φίλημα καὶ ξεχυνόνταν χνούδια
χρυσὰ ᾿πό τὰ σμιγμένα σας βλέφαρα στὰ σκοτάδια.
Τώρα στὸ φῶς τῆς ἀρνησιᾶς δομένα, ἔτσι ἀλλαγμένα
μοῦ δείχνεσθε, στὴ συλλογὴ τὸ νοῦ μου πάω νὰ χάσω.
Τάχα εἶστε σεῖς ποὺ γνώρισα; Σεῖς εἶστε ἀγαπημένα
λουλούδια, θάλασσα ἀργυρή, πυκνὸ τῶν πεύκων Δάσο;
Αυτες τις μέρες είχα να τελειώσω μια εργασία για την Πολυδούρη,Λάκη..μου αρέσει πάρα πολύ..και αν και λατρεύω το "μόνο γιατί μ'αγάπησες"
σε σένα θα αφήσω αυτο που έγραψε εναν χρόνο μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη..
Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον
Τι θέλω πια να δέχομαι την προστασία της Μούσας;
Να σφίγγω την καρδιά μου να δεχτεί
τις νέες αγάπες, πίστες και χαρές της,
τάχα πως είναι μοίρα μου κ' είναι και διαλεχτή!
Πάει ο καιρός που αχτιδωτό το αστέρι της ματιάς μου
έφεγγε και των θείων και των γηίνων.
Ω των παθών δεν κράτησα εγώ την ανόσια Λύρα,
εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.
Και τραγουδούσα τον καημό της άσπιλης ψυχής μου
μεσ' στων δακρύων την ευχαριστία
κι όλη η χαρά του τραγουδιού μου ήταν, πως τη φωνή μου
θα τη δεχόταν μια βραδιά μπρος στη φτωχή του εστία.
Κι ως διάβαζα στα μάτια του κάποτε τη χαρά του,
ποιά δόξα ακριβή να πω;
Στο χωρισμό μας τού'φερναν σα χελιδόνια οι στίχοι
μήνυμα, πως από μακριά διπλά τον αγαπώ.
Τώρα καμιά, καμιάν ηχώ δεν άφησε η φωνή μου
σπαραχτική όταν γέμισε μιας νύχτας το σκοτάδι.
Όμως όλοι φοβήθηκαν και γω πιστεύω ακόμα
αληθινά πως τη βαριά χτύπησα πόρτα του Άδη.
Λοιπόν γιατί να δέχομαι το κάλεσμα της Μούσας;
Σαρκάζει η πίστη μέσα μου των θείων και των γηίνων.
Μια ανόσια Λύρα των παθών σε μένα δεν ταιριάζει.
Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον.
Φοβερό ε?
Καλό βράδυ..
Δημοσίευση σχολίου