Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2008

Το γράμμα

Ειρήνη μου,
Δε σου έγραψα ποτέ, όσο επίμονα κι αν το ζητούσες, ένα γράμμα τον καιρό που ήμασταν μαζί, μα να που σου γράφω τώρα που έφυγες. Σου γράφω, αλλά δεν ξέρω τι να σου πω! Ή, ίσως ξέρω: μια μεγάλη συγγνώμη, ίσως!
Δύσκολη, πολύ, είναι η ζωή μου δίχως την παρουσία σου, καλή μου. Λειψή. Κοιτώ κάθε μέρα-όλη μέρα, τις φωτογραφίες σου, χαϊδεύω νοητά τα χαραγμένα απ’ τα πολλά δάκρυα του χρόνου μάγουλα και σου ανακατεύω τα μαλλιά. Προσπαθώ να σε νιώσω κοντά μου, τώρα που είσαι τόσο μακριά. Προσπαθώ να αναδημιουργήσω με τις πλούσιες ψυχικές αναμνήσεις, με τα λιγοστά υλικά ενθύμια που μου άφησες, την εικόνα σου, σε τούτο εδώ το χώρο, τον ξεχωριστό, το δικό μας, που τόση αγάπη, και πάθος, και πίκρα, και πόθο γνώρισε.
Πίστευες στη μοίρα, θυμάσαι, Ειρήνη; Πίστευες στη μοίρα και ήσουνα σίγουρη πως αυτή θέλησε να μας ενώσει, πως εκείνη αποφάσισε να μας χωρίσει. Συμφωνώ και διαφωνώ μαζί σου, ψυχή μου. Η μοίρα όντως μας ένωσε, αλλά οι άνθρωποι ήταν που μας χώρισαν. Οι άνθρωποι, κι η ματωμένη σου ψυχή. Αν δεν υπήρχε το μίσος και η κακία, και η μικρότητα των ανθρώπων θα ήμασταν ακόμη μαζί. Αν δεν υπήρχαν τα πιο πάνω δε θα πληγωνόσουνα τόσο. Δε θα περνούσες από την κόλαση στον παράδεισο στην αρχή, κι από τον παράδεισο στην κόλαση μετά.

Η συνέχεια στα Διηγήματα